"Πάντες ἄνθρωποι τοῦ εἰδέναι ὀρέγονται φύσει" (Αριστοτέλης, Μετά τα Φυσικά, Βιβλίο Α' )
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 6 Οκτωβρίου 2014

Η προφορά του φθόγγου /ρ/ στα αρχαία Ελληνικά





Ο φθόγγος /ρ/ κατατασσόταν από τους αρχαίους γραμματικούς στα λεγόμενα υγρά σύμφωνα, συνήθως μαζί με το /λ/, αλλά ενίοτε και μαζί με τα /μ,ν/, τα λεγόμενα έρρινα. Η διεθνής ορολογία liquid προέρχεται από το λατινικό liquidus, το οποίο αποτελεί με τη σειρά του μετάφραση του ελληνικού όρου. 

Σύμφωνα με την πιο αποδεκτή ερμηνεία ο όρος σημαίνει εδώ «ρευστά, ασταθή» και επινοήθηκε από μετρική σκοπιά: συμφωνικά συμπλέγματα που αποτελούνται από ένα κλειστό σύμφωνο + ρ,λ,μ,ν μπορούν από μετρική άποψη να κάνουν την ποσότητα μιας προηγούμενης συλλαβής που περιέχει βραχύ φωνήεν «βαριά» ή «ελαφριά» ανάλογα με τις μετρικές ανάγκες. Για παράδειγμα η γενική πατρός, αν συλλαβιζόταν στο στίχο ως πατρ-όςέδινε βαριά συλλαβή (πατρ-), ενώ αν συλλαβιζόταν πατ-ρός έδινε ελαφριά (πατ- ).

Από τις περιγραφές των αρχαίων γραμματικών και του Πλάτωνα συμπεραίνουμε ότι στα περισσότερα περιβάλλοντα το /ρ/ προφερόταν παλλόμενο και ηχηρό, όπως και σήμερα. Ωστόσο σε ορισμένα περιβάλλοντα φαίνεται ότι είχε και μια άηχη, δασυνόμενη ποικιλία (αλλόφωνο). Αυτό μαρτυρείται πρώτα-πρώτα από το γεγονός ότι στις περισσότερες ελληνικές διαλέκτους το αρχικό ρ- δασύνεται, ῥ, δηλαδή ακουγόταν ως rh. Την προφορά μαρτυρούν και τα λατινικά δάνεια, όπως λ.χ. rhetor =ῥήτωρ.

Αρχαϊκές επιγραφές που χρησιμοποιούν το Η (h), για να δηλώσουν τη δασεία, σημειώνουν το δασυνόμενο ρ, όπως ο κερκυραϊκός τύπος ΡΗΟFΑΙΣΙ (=ρhοFαῖσι = αττικόῥοαῖσι), παλαιό αττικό Φρεάρhιος σε όστρακα από τον οστρακισμό του Θεμιστοκλή, βοιωτικό hραφσαFοιδοῖ = ῥαψῳδῷ. Ο βοιωτικός τύπος, αλλά και η αρχαία αρμενική μεταγραφή hretor (ομοίως στην Κοπτική Αιγυπτιακή), δείχνουν ότι η δασεία μπορούσε ορθογραφικά να σημειώνεται και πριν και μετά από το /ρ/. Αυτό δείχνει ότι η δασεία δεν αποτελούσε εδώ ξεχωριστό φθόγγο, αλλά μέρος της ποιότητας του φθόγγου, δηλαδή ο φθόγγος ήταν ο ίδιος δασύς. 

Η σύγχρονη τσακωνική εξέλιξη ši- (=παχύ σίγμα) από λακωνικό ῥι- παρέχει διαλεκτική υποστήριξη σ’ αυτήν την προφορά. Σε νομίσματα της δυναστείας Kušan (2ος αιώνας μ.Χ.) που χρησιμοποιούν το ελληνικό αλφάβητο ο ιρανοβακτριανός φθόγγος š αποδίδεται με το ελληνικό Ρ.

Ψιλωτικές διάλεκτοι, όπως η αιολική, φαίνεται ότι πρόφεραν ηχηρά και το αρκτικό ρ-, όπως λ.χ. ῤάρος (=έμβρυο, βρέφος) που παραδίδεται από τον σχολιαστή του Διονυσίου του Θρακός ως αιολική λέξη. Το αναδιπλασιασμένο -ρρ- στο εσωτερικό λέξης σύμφωνα με τους γραμματικούς ήταν ψιλωμένο στο πρώτο του στοιχείο και δασυνόμενο στο δεύτερο, δηλαδή ῤῥ. Ο φθόγγος επομένως άρχιζε ως ηχηρός και κατέληγε ως δασύς. 

Από τους αρχαίους γραμματικούς μαθαίνουμε ότι το -ρ- ήταν δασύ και ύστερα από δασέα κλειστά σύμφωνα, δηλαδή στα συμπλέγματα φρ, χρ, θρ. Δηλαδή η δασύτητα του πρώτου φθόγγου επηρέαζε και το ρ. Αυτό υποδεικνύουν και λατινικές μεταγραφές, όπως Prhygia, Crhysippus. Αυτή η εξέλιξη μάς βοηθά να καταλάβουμε και την αντίστροφη περίπτωση, δηλαδή γιατί το τέτρ-ἱππος γράφεται τέθριππος και το προ-ὁρα (=prohora) γίνεται φρουρά. 

Στην τελευταία λέξη η δασύτητα μεταφέρεται στο ρ (>ῥ), τα δύο φωνήεντα συναιρούνται και στη συνέχεια το ῥ μεταφέρει τη δασύτητά του στο προηγούμενο σύμφωνο (π>πh>φ). 

Φαίνεται ότι η δασύτητα του αρκτικού ρ- οφείλεται στο ιστορικό γεγονός ότι προήλθε τις περισσότερες φορές από προηγούμενο σρ-. Το σ- γινόταν δασεία που μεταφερόταν μετά στο ρ, δηλαδή σρ>hρ>ῥ-. Π.χ. σρέω>ῥέω. Από εδώ επηρεάστηκαν και αρχαία συμπλέγματα που άρχιζαν με δίγαμμα, δηλαδή wρ>hρ>ῥ-. Π.χ. wρέζω>ῥέζω.

Στον προφορικό αρχαίο λόγο φαίνεται ότι ένα αρχικό ρ- μπορούσε να αναδιπλασιαστεί, εάν σε συνεχόμενη ροή λόγου τύχαινε να βρεθεί μετά από ληκτικό βραχύ φωνήεν. Αυτό γίνεται αντιληπτό έμμεσα χάρη σε μετρικές ιδιομορφίες στα διαλογικά μέρη της τραγωδίας και της κωμωδίας. Π.χ. η συνεκφορά τίνι ῥυθμῷ (Ευρ.,Ελ. 772) προϋποθέτει από μετρική άποψη συνεχόμενη προφορά τίνιρρυθμῷ, δηλαδή ο ποιητής μεταχειρίζεται το ρ σαν να είναι στο εσωτερικό μιας και μόνο λέξης. 

Τι σήμαινε το όνομα του Αχιλλέα;




Ο ισχυρότερος ήρωας των Αχαιών στην επική παράδοση φέρει όνομα, το οποίο έχει γνήσια μυκηναϊκή καταγωγή, αφού απαντά στις μυκηναϊκές πινακίδες της Εποχής του Χαλκού ως όνομα καθημερινών ανθρώπων και στην Κνωσό και στην Πύλο (Αχιλλεύς, Αχιλλήwει -ονομαστική και δοτική αντίστοιχα). 

Παλιότερα υπήρχε μια τάση να συνδεθεί το όνομα με το πρώτο στοιχείο του ονόματος των ποταμών Αχελώος και Αχέρων, όπου η ρίζα αχ- θα συνδεόταν με την έννοια «ύδωρ, νερό» και ίσως να είχε και χθόνιες συνδηλώσεις.

Σήμερα η άποψη αυτή έχει γενικά εγκαταλειφθεί και οι περισσότεροι ειδικοί συνδέουν το όνομα με τη ρίζα της λέξης ἄχος (=πόνος, θλίψη, στενοχώρια, άγχος αγωνία, λύπη). Η σύνδεση αυτή είχε γίνει ήδη από την αρχαία εποχή και αναβίωσε χάρη σε τρεις σπουδαίους φιλολόγους της σύγχρονης εποχής, τους Kretschmer, Palmer και Nagy. 

Ο πρώτος θεωρεί ότι το όνομα σχηματίστηκε ως εξής (οι τύποι με αστερίσκο είναι υποθετικοί):

ἄχος > *ἀχίλος (όπως οργή > οργίλος) > Ἀχιλλεύς. Στην περίπτωση αυτή το όνομα θα σήμαινε «αυτός που έχει τάση για ἄχος» με το ἄχος να έχει μια από τις σημασίες που αναφέρονται παραπάνω. Ομοίως οργίλος = αυτός που έχει τάση για οργή.

Οι Palmer και Nagy θεωρούν ότι το όνομα είναι σύνθετο, ἄχος + λαwός (= στρατός), και σχηματίστηκε ως εξής:

ἀχι- (η μορφή που παίρνουν αντίστοιχα ουσιαστικά κατά τη σύνθεση. Πβ. κῦδος > κυδι-άνειρα / κάλλος > καλλι-άνασσα) > *Ἀχί-λαwος > Αχιλλεύς. Στην περίπτωση αυτή το όνομα θα ήταν υποκοριστικό. Πβ. Πατροκλέwης > Πάτροκλος, Εχέλαwος > Έχελος, Πενθίλαwος > Πένθιλος. 

Ο διπλασιασμός του συμφώνου (εδώ -λλ-) είναι συχνός στα υποκοριστικά (π.χ. Χάριλλος < Χαρίλαος, Κλεόμμας < Κλεομένης), το ίδιο και η κατάληξη -εύς (Αλεξεύς < Αλέξανδρος). Στην περίπτωση αυτή το όνομα θα σήμαινε «αυτός που προκαλεί ἄχος στον στρατό»


[Πηγές: G. Holland, "The name of Achilles", Glotta 71, 1993, 17-27]

Κυριακή 28 Ιουλίου 2013

Τα Αρχαία Ελληνικά, εργαλείο σκέψης


Η γλώσσα είναι εργαλείο σκέψεως.



Όσο πιό πολλές λέξεις χρησιμοποιούμε, όσο πιό αφηρημένες έννοιες συλλαμβάνουμε, όσο πιό καλή σύνταξη προτάσεων οικοδομούμε, τόσο περισσότερο ακονίζουμε την σκέψη μας.

Όποιος δεν χρησιμοποιεί σωστά την γλώσσα, δεν μπορεί να μεταφέρει τις σκέψεις του στον έξω κόσμο. Δεν μπορεί να επικοινωνήσει με τους γύρω του, δεν μπορεί να ενεργήσει γρήγορα.

Αυτός μάλλον πρέπει να είναι ο σκοπός του υπουργείου παραπαιδείας για να διδάσκει με τέτοιο βασανιστικό τρόπο την Αρχαία Ελληνική Γλώσσα, στα δύσμοιρα ελληνόπουλα.

Επιβάλλει στους μαθητές 
να μαθαίνουν αμέτρητους τύπους, καταλήξεις και κανόνες. Αυτό αποτελεί... 
σαδομαζοχιστική τάση. 

Μετά 3 χρόνια διδασκαλίας, οι Έλληνες μαθητές δεν μπορούν να καταλάβουν τί θέλει να πει ένα απλό Αρχαίο Κείμενο. Και ακόμη χειρότερα: Οι μαθητές δεν μπορούν να γράψουν ένα απλό κείμενο στην Αρχαία Ελληνική Γλώσσα, αλλά ούτε και να μιλήσουν Αρχαία Ελληνικά.

Αλλά αυτός ακριβώς είναι ο βασικός σκοπός εκμαθήσεως μίας γλώσσης, το να γράφεις, το να σκέφτεσαι και το να μιλάς με αυτή την γλώσσα. Και όχι απλώς να γνωρίζεις τους γραμματικούς κανόνες και το συντακτικό.

Γιατί λοιπόν τα ελληνόπουλα
 δεν μαθαίνουν την Αρχαία Ελληνική Γλώσσα; Διότι απλούστατα το υπουργείο δεν ακολουθεί κανόνες διδασκαλίας που ισχύουν για όσους μαθαίνουν μία ξένη γλώσσα ή κανόνες που ακολουθούνται για τα νήπια.

Για παράδειγμα, 
όποιος πηγαίνει σε ένα φροντιστήριο ξένων γλωσσών για να μάθει την αγγλική γλώσσα, μετά από 3-4 μαθήματα ο καθηγητής ζητά από τον μαθητή να προφέρει κάποιες λέξεις. Να συντάξει μία απλή πρόταση, π.χ. «This is a cat». Του ζητά να συντάξει μία μικρή παράγραφο με την χρήση της αγγλικής γλώσσης.

Δηλαδή από τις πρώτες εβδομάδες ένας καθηγητής ξένων γλωσσών προσπαθεί να χρησιμοποιήσει όλους τους αισθητήρες του εγκεφάλου για να κάνει τον μαθητή να μιλήσει την ξένη γλώσσα. 

Οι καλοί καθηγητές ξέρουν ότι ο μαθητής πρέπει να διαβάζει δυνατά μία λέξη για να μαθαίνει την προφορά της, να την αντιγράφει σωστά για να μαθαίνει την ορθογραφία της, και να σχηματίζει προτάσεις έτσι ώστε η γλωσσική του μνήμη να συμπλέκει συνεχώς λέξεις με εικόνες για να αρχίσει ο μαθητής να σκέφτεται στην ξένη γλώσσα αντί απλώς να μεταφράζει από την μητρική του γλώσσα το νόημα που θέλει να εκφράσει.

Άρα το βασικό κλειδί για να μάθουμε μία γλώσσα είναι από την πρώτη ημέρα ει δυνατόν, να την μιλάμε, να την μιλάμε, να την μιλάμε, να την μιλάμε, να την μιλάμε! 
...

Ακόμη και αν κάποιος μαθητής απομνημονεύσει όλους τους γραμματικούς κανόνες η ψυχολογία διδάσκει ότι μετά από κάποιο χρονικό διάστημα θα τους ξεχάσει. Οτιδήποτε δεν χρησιμοποιείς, το ξεχνάς.

Γιατί δεν σκέπτονται οι κύριοι του υπουργείου, πώς τα νήπια μαθαίνουν τα Νέα Ελληνικά; Μήπως οι μητέρες στέκονται πάνω από την κούνια τους και αρχίζουν να τους μαθαίνουν τις χρονικές καταλήξεις των ρημάτων; 

Προφανώς όχι. Αρχίζουν και τους προφέρουν λέξεις τις οποίες τα βρέφη σιγά-σιγά συνδυάζουν στο μυαλό τους με εικόνες, αντικείμενα, μορφασμούς προσώπων, κλπ. Τα νήπια δεν καταλαβαίνουν αφηρημένες έννοιες αλλά κατανοούν αντικείμενα όπως τόπι, νερό, μαμά, κούκλα, κ.α.

Έτσι ακριβώς θα μάθουν και τα ελληνόπουλα τα Αρχαία Ελληνικά, συνδυάζοντας λέξεις με αντικείμενα και εικόνες.


Στην χώρα μας τα τελευταία χρόνια εισήλθαν πολλοί ξένοι, νόμιμοι και παράνομοι. Ορισμένοι από αυτούς έμαθαν τα Νέα Ελληνικά σε πολύ καλό επίπεδο. Πώς τα έμαθαν; Μήπως άρχισαν να μαθαίνουν συντακτικό και γραμματική; 

Ή μήπως η πρώτη λέξη που έμαθαν ήταν «δουλειά»; Οι ξένοι άρχισαν να μαθαίνουν μικρές προτάσεις όπως «θέλω δουλειά», «ψάχνω για σπίτι», «πού είναι το ταχυδρομείο;», «ήρθε ο λογαριασμός της ΔΕΗ» κλπ. Έτσι άρχισαν οι ξένοι να μαθαίνουν την νεοελληνική γλώσσα.

Έτσι θα μάθουν και τα ελληνόπουλα 
την Αρχαία Ελληνική Γλώσσα. Πρέπει να την μιλήσουν. 

Δεν επιβάλλει στο αναλυτικό πρόγραμμα την ΟΜΙΛΙΑ της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσης μέσα στην σχολική τάξη. Όταν ένας μαθητής αρχίζει να επαναλαμβάνει «τίς βούλεται αγορεύειν;» τότε αρχίζει να μαθαίνει Αρχαία Ελληνικά. 

Στην αρχή, δεν χρειάζεται ανάλυση υποκειμένου, αντικειμένου, ρήματος και απαρεμφάτου. Αυτά θα γίνουν πολύ αργότερα, για όσους ενδιαφέρονται.

Οι περισσότεροι Έλληνες αγρότες 
είναι αγράμματοι, δεν ξέρουν τί σημαίνει απαρέμφατο, και όμως μιλούν τα Νέα Ελληνικά. 


Δεν χρειάζονται ατελείωτοι γραμματικοί κανόνες, για να μιλήσει κάποιος την Αρχαία Ελληνική. 

Απαιτείται να την χρησιμοποιεί στην ομιλία του. Απαιτείται η καθημερινή χρήση της Αρχαίας μας Γλώσσης στην οικία, στο σχολείο, στην εργασία. Μικρές προτάσεις στην αρχή, με απλά νοήματα.

Δεν είναι δυνατόν τα νήπια, οι ξένοι που μαθαίνουν Νέα Ελληνικά, και όσοι Έλληνες διδάσκονται ξένες γλώσσες να ακολουθούν αυτή την βασική μέθοδο διδασκαλίας, ενώ οι μαθητές των Ελληνικών σχολείων να διδάσκωνται ανουσίους γραμματικούς κανόνες...


Και φυσικά μετά από ένα χρόνο, αφού τελειώσουν το λύκειο, οι μαθητές δεν θυμούνται τίποτε. Και το χειρότερο είναι ότι δεν δύνανται να συντάξουν ούτε μία πρόταση στα Αρχαία Ελληνικά.

Είναι χαρακτηριστικό
 ότι όσοι πηγαίνουν να δώσουν εξετάσεις για ένα πτυχίο σε μία ξένη γλώσσα, εκτός από το να διαβάσουν ένα κείμενο και να το αναλύσουν, τους ζητούν να γράψουν ένα κείμενο και να δώσουν μία προφορική συνέντευξη.

Όμως αυτό δεν ισχύει
 στις εξετάσεις για τα Αρχαία Ελληνικά. Επί δεκαετίες δεν ζητείται από τους μαθητές να γράψουν ένα κείμενο στα Αρχαία Ελληνικά, ούτε να δώσουν συνέντευξη στα Αρχαία Ελληνικά. Κάτι που το κάνουν όσοι δίνουν εξετάσεις για μία ξένη γλώσσα, ακόμη και από το πρώτο τρίμηνο διδασκαλίας.

πηγή (επιλογή - προσαρμογή)